Η ιδέα και μόνο πως υπάρχει ένα γεφύρι, παλιό γεφύρι, πέτρινο μονότοξο, που το χειμώνα βυθίζεται κάτω από τα νερά του ποταμού (Αγραφιώτης) και το καλοκαίρι όταν τα νερά του ποταμού υποχωρούν, εμφανίζεται, με είχε ενθουσιάσει από καιρό.
Ήθελα οπωσδήποτε να το δω. Κάτι σαν τάμα...
Φανταστείτε λίγο. Ένα γεφύρι που δεν είναι φτιαγμένο από μπετόν, αλλά από πέτρα και για συνδετικό της πέτρας, χώμα, άχυρο, τρίχες ζώων και τσόφλια αυγού, να βυθίζεται μέσα στο νερό ολόκληρο το χειμώνα για καμιά 40αριά χρόνια, και παρ' όλα αυτά να αντέχει και το καλοκαίρι να ξαναβγαίνει σώο, ατόφιο...
Δεν είναι μαγικό!!!
Το πνεύμα του γεφυριού... λέει ο "ΕΥΡΥΤΑΝΑΣ ΙΧΝΗΛΑΤΗΣ" πού έχει κάνει μια εξαιρετική ανάρτηση για το γεφύρι (η καλύτερη που βρήκα και σας προτρέπω να τη διαβάσετε ολόκληρη).
Είναι το αρχαιότερο σωζόμενο γεφύρι της Ευρυτανίας! Χτίστηκε επί Τουρκοκρατίας το 1659 και γεφύρωνε τα χωριά της ανατολικής Ευρυτανίας με αυτά των Απεραντίων και του ορεινού Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας. Θεμελιωτές του οι ξακουστοί Ηπειρώτες μαστόροι που έφτιαχναν αιώνια αριστουργήματα με άφταστη τέχνη και μεράκι. Έργα αθάνατα στο χρόνο, που ακόμη και σήμερα προκαλούν δέος και θαυμασμό. Ήταν η πάνσοφη λαϊκή αρχιτεκτονική, αυτή η θαυματοποιός δύναμη των αριστο-τεχνιτών εκείνης της εποχής, που ένιωθαν βαθιά μέσα τους ότι κάθε τι που περνούσε από τα ακάματα χέρια τους έπρεπε αντάμα με την αντοχή και τη χρησιμότητά του να αναδεικνύει και τη διαχρονική αρχοντιά της τέχνης!
Το γεφύρι-φάντασμα!
Το Γεφύρι του Μανώλη ΔΕΝ χάθηκε για πάντα κάτω από τα γαλαζοπράσινα νερά της λίμνης όπως συνέβη με το συνομήλικο αδερφάκι του το γεφύρι της Τατάρνας το οποίο αποτελεί πλέον μία ανάμνηση. Τούτο εδώ επιμένει να εμφανίζεται αλλά και να... εξαφανίζεται, ανάλογα με τη στάθμη των νερών της λίμνης που το φιλοξενεί. Έτσι το γεφύρι το χειμώνα βυθίζεται εντελώς, προς το τέλος της άνοιξης/αρχές του θέρους συνήθως αναδύεται ένα μέρος του τόξου του, ενώ μέσα στο καλοκαίρι το καμαρώνουμε ολόκληρο! Ίσως κατ' αυτό τον αινιγματικό τρόπο, το... "γεφύρι-φάντασμα" να εκδηλώνει τη δική του ιδιότυπη διαμαρτυρία για την αδικία που υπέστη από το σύγχρονο άνθρωπο.
Φανταστείτε ότι όταν το Γεφύρι του Μανώλη έπαψε να υφίσταται και στη θέση του κατασκευάστηκε (το 1965) μία σύγχρονη τσιμεντένια γέφυρα, αυτή κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος αμέσως μετά τα εγκαίνιά της. Να ήταν άραγε άλλη μία εκδίκηση του... "πνεύματος του γεφυριού";;;!!!
Το Γεφύρι του Μανώλη ΔΕΝ χάθηκε για πάντα κάτω από τα γαλαζοπράσινα νερά της λίμνης όπως συνέβη με το συνομήλικο αδερφάκι του το γεφύρι της Τατάρνας το οποίο αποτελεί πλέον μία ανάμνηση. Τούτο εδώ επιμένει να εμφανίζεται αλλά και να... εξαφανίζεται, ανάλογα με τη στάθμη των νερών της λίμνης που το φιλοξενεί. Έτσι το γεφύρι το χειμώνα βυθίζεται εντελώς, προς το τέλος της άνοιξης/αρχές του θέρους συνήθως αναδύεται ένα μέρος του τόξου του, ενώ μέσα στο καλοκαίρι το καμαρώνουμε ολόκληρο! Ίσως κατ' αυτό τον αινιγματικό τρόπο, το... "γεφύρι-φάντασμα" να εκδηλώνει τη δική του ιδιότυπη διαμαρτυρία για την αδικία που υπέστη από το σύγχρονο άνθρωπο.
Φανταστείτε ότι όταν το Γεφύρι του Μανώλη έπαψε να υφίσταται και στη θέση του κατασκευάστηκε (το 1965) μία σύγχρονη τσιμεντένια γέφυρα, αυτή κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος αμέσως μετά τα εγκαίνιά της. Να ήταν άραγε άλλη μία εκδίκηση του... "πνεύματος του γεφυριού";;;!!!
Η πιο διαδεδομένη εκδοχή, αποδίδει το έργο στον εύπορο Μανώλη Χρυσιώτη (κάποιοι ισχυρίζονταν πως βρήκε χρυσό) ο οποίος ζούσε με τη γυναίκα του Παρασκευή στο χωριό Κουφάλα (σημερινή Δάφνη) Ευρυτανίας. Το ζευγάρι δεν απέκτησε παιδιά και έτσι αποφάσισε να δωρίσει στον τόπο τρία αθάνατα κοινωφελή έργα-"απογόνους" που θα ζούσαν αιώνια και θα τους μνημόνευε γι' αυτά ο κόσμος. Έναν "γιό" (που ήταν το Γεφύρι του Μανώλη) και δυο "κόρες" (που ήταν οι εκκλησιές της Αγ. Παρασκευής στη Χρύσω και στα Βραγγιανά των Αγράφων)! Κάλεσε λοιπόν ο Μανώλης τούς πιο ξακουστούς Ηπειρώτες τεχνίτες και διέθεσε μία ολάκερη περιουσία για να φτιαχτεί γιοφύρι άξιο και στεριό. Ξέχωρα από τους παράδες που ξοδεύτηκαν ώσπου να τελειώσει το σπουδαίο έργο, η παράδοση λέει ότι κατά τη διάρκεια της κατασκευής του οι απασχολούμενοι χτίστες κατανάλωσαν προς βρώσιν τουλάχιστον... χίλιες σιούτες (ακέρατες) γίδες! Από αυτό και μόνο μπορεί κάποιος να φανταστεί πόσο πολύ καιρό διήρκεσαν οι εργασίες!
Προσωπικά δεν έχω να συμπληρώσω κάτι, πέρα από το ότι έφαγα αρκετή ώρα φωτογραφίζοντάς το από όλες τις δυνατές γωνίες.
Ελπίζω να το χαρείτε όσο και 'γω. Οι φωτογραφίες είναι τον Αύγουστο του 2020. Επόμενος στόχος να το φωτογραφίσω χειμώνα.
ΑΓΡΑΦΙΩΤΙΚΟΙ ΜΥΘΟΙ του Ioannis Elatos Makkas
ΤΟΥ ΜΑΝΩΛΗ Ο ΓΑΜΟΣ
Ο Μανώλης ήταν Γεωργός απ' τ' Άγραφα. Μια νύχτα γλέπ' στον ύπνο του ένα παράξενο όνειρο, ότι του παρουσιάστηκε τάχα ένας ασπρομάλλης γέρος και του λέει !
-Τι κάθεσαι, Μανώλη;
-Τι θέλ'ς να κάμω;
- Να σφάξεις το βόιδι σου και να πας το τομάρι στην Πόλη να γίνεις πλούσιος.
Ο Μανώλης δεν έδωκε πολλή σημασία στ' όνειρο, που όμως το έβλεπε συνέχεια και έβγαλε την απόφαση. Ας πάει στον κόρακα, έτσι και έτσι φτωχός είμαι. Έσφαξε το βόδι, πήρε το τομάρι και πήγε στην Πόλη, όπου άρχισε να διαλαλεί το εμπόρευμά του.
-"Εδώ ο καλός τομαράαας..".
Το τομάρι τότε είχε μια λίρα, αυτός όμως, λόγω του όνειρου ζητούσε 2,000 λίρες. Φυσικά κανένας δεν το αγόραζε τόσο ακριβά και γελούσαν σε βάρος του. Απελπίστηκε. Κάποια στιγμή τον πλησιάζει ένας Μπέης.
-Ε, τομαρά,πόσο το πουλάς το βοϊδοτόμαρο;
- 2.000 λίρες, μπέη μου.
- Είσαι καλά, του είπε ο μπέης ή σούστριψε καμιά βίδα; Ούτε μια λίρα δεν έχει.
-Καλά είμαι μπέη μου, αλλά θα σου πω την αλήθεια.
Και του διηγήθηκε το όνειρο. Γέλασε ο μπέης και τον ρώτησε πως τον λένε και από που είναι.
-Μανώλη και είμαι απ' τ' Άγραφα.
-Με τα όνειρα δε γίνεσαι πλούσιος, Μανώλη κι εγώ είχα ιδεί ένα όνειρο, όταν ήμουν διορισμένος ντερβέναγας στ' Άγραφα, είχα δει ένα φάντασμα να μου λέει "Σήκω και πήγαινε στ Άγραφα στον Ελατιά στη θέση Λυκοχορός θα δεις τρία ελάτια πολύ ψηλά. Εκεί κοντά υπάρχει μια θεόρατη κοτρόνα με θησαυρό από κάτω. Τι λες να πάω θα γίνω πλούσιος χα χα.." Πέταξε απ' τη χαρά του ο Μανώλης, γιατί κατάλαβε ότι και τα 2 όνειρα είχαν το ίδιο νόημα. Προσποιήθηκε το βλάκα.
-Έχεις μεγάλο δίκιο, μπέη μου, την έπαθα ο έρ'μος. Πάρε το τομάρι και δώσε ότι θέλεις.
-Να 2 λίρες, φτωχός είσαι, του είπε ο μπέης.
Γύρισε στ'Άγραφα και με ένα τσαπί, το ταγάρι και ψωμί ανέβηκε στον Ελατιά στο Λυκοχορό. Βρήκε τα τρία έλατα και τη μεγάλη κοτρώνα.Παιδεύτηκε με τις ώρες, βρύση ο ιδρώτας. Τα κατάφερε και κύλισε την κοτρώνα. Σκάβει με το τσαπί και βρίσκει ένα πιθάρι γεμάτο χρυσά πεντόλιρα. Με κάμποσες στράτες γέμιζε το σακκούλι του με το χρυσάφι, ώσπου άδειασε το πιθάρι. Έχτισε δυο καινούργια σπίτια αγόρασε χτήματα και πολλά πρόβατα. Πλήρωσε και ένα μηχανικό πολλά χρήματα και έφτιαξε ένα γεφύρι στον Αγραφιώτη, που χύνεται στον Αχελώο. Περνούν και σήμερα οι διαβάτες απ' το γεφύρι αυτό και τον σχωρνάνε.Έμεινε το όνομά του αθάνατο. Και σήμερα ακόμα εξακολουθούν να λένε
-Πέρασα στου Μανώλη το γεφύρι.
Ο Μανώλης σαν νέος που ήταν έπρεπε να αποκατασταθεί. Εδιάλεξε λοιπόν ένα από τα πιο όμορφα και νοικοκυρεμένα κορίτσια και στο γάμο του κάλεσε 15 χωριά με όλα τα έξοδα δικά του. Οι νοικοκυράδες έφερναν μονάχα πίτες και γλυκίσματα και οι τσελιγκάδες το περίφημο τυρί Αγράφων, μυζήθρα χλωρή και θαυμάσιες γιαούρτες.
Τα τραπέζια στρώθηκαν στα λιβάδια του βουνού. Τα κλέφτικα τραγούδια και οι χοροί πότε με το στόμα και πότε με τα λαλούμενα, δεν έπαψαν μέρα και νύχτα μέσα σε δεκαπέντε μέρες. Έγινε τέτοιο γλέντι που βούιξε όλος ο τόπος και μαθεύτηκε ο γάμος σ' όλη τη Ρούμελη και την Ελλάδα. Και λέγανε ότι ο Μανώλης έσφαξε τόσες γίδες, ώστε μόνον οι σιούτες ήσαν χίλιες.!
Κλείνοντας να προσθέσω τη φωτογραφία φίλου που ανέβηκε στην κορφή του γεφυριού. Δυστυχώς η υψοφοβία μου δεν μου επιτρέπει τέτοια..
Δεν ξέρω αν είναι ασφαλές, δεν σας προτρέπω να το κάνετε.