Μου μάθατε και το Χαλοουίν… σιγά μην είχατε και στο χωριό σας… να χτυπάτε την πόρτα της θειάς στον πέρα μαχαλά και να σας ρωτάει «τίνος είσ’ εσύ;»
Και βέβαια δεν είχαμε στα χωριά μας, αφού πρόκειται για μια γιορτή που έχει τις ρίζες της στους Κέλτες και στη γιορτή του Σόουιν (Samhain) που είναι η Κέλτικη λέξη για τον Νοέμβριο και σηματοδοτούσε το τέλος του καλοκαιριού και την αρχή του χειμώνα μεν, αλλά και την αρχή του νέου έτους για τους Κέλτες. Ήταν ταυτόχρονα η μοναδική μέρα του έτους που οι νεκροί κατέβαιναν στη γη και προκαλούσαν αναστάτωση στους ζωντανούς. Ήταν μέρα επικοινωνίας με τους νεκρούς και είχε μυστικιστικό χαρακτήρα.
Με την πάροδο των αιώνων και τον Χριστιανισμό να παρεμβαίνει έγινε Halloween που προέρχεται από την σύντμηση τριών λέξεων (All-hallow-even) και δηλώνει την παραμονή της γιορτής των Αγίων Πάντων που για τους Καθολικούς είναι η 1η Νοεμβρίου. Πιστεύεται ότι οι ψυχές των ανθρώπων που πέθαναν κατά τη διάρκεια του έτους ψάχνουν να μπουν σ' ένα σώμα για να κερδίσουν την αθανασία. Οι ζωντανοί από την πλευρά τους, ντυμένοι με παράξενα κοστούμια και κάνοντας θόρυβο, προσπαθούν να φοβίσουν και να διώξουν τα πνεύματα.
Ο μυστικιστικός της χαρακτήρας πήγε στην άκρη (όχι παντού και όχι για όλους) και περισσότερο εξελίχθηκε στο γνωστό «trick or treat» που σημαίνει «φάρσα ή κέρασμα» και που ποτέ δεν καταλήγει σε φάρσα μεγαλύτερη από αυτή του τρομάγματος με την κολοκύθα στην οποία είναι σχηματισμένο ένα άσχημο πρόσωπο, το πρόσωπο του Τζακ Ο’ Λάντερν (Jack O’ Lanterns).
Αυτός ο τύπος λοιπόν, ήταν ένας μεθύστακας, άσχημος, χωρίς δόντια, τσιγκούνης, τεμπέλης, παμπόνηρος απατεωνάκος και του άρεσε να κάνει φάρσες.
Η πονηρία του ήταν τέτοια που κατάφερε να ξεγελάσει ακόμα και τον ίδιο τον Διάβολο. Όταν ο δεύτερος άκουσε τις φήμες για τα ‘σατανικά’ κατορθώματα του Τζακ, αποφάσισε να διαπιστώσει με τα ίδια του τα μάτια αν δικαίωνε τη φήμη του. Πραγματικά, τη Νύχτα των Αγίων Πάντων (τη Νύχτα του Χάλογουιν, δηλαδή) ο Διάβολος ανέβηκε στη Γη και συνάντησε τον Τζακ σ’ ένα λιθόστρωτο δρομάκι. Ο Τζακ κατάλαβε πως είχε έρθει η ώρα να πεθάνει κι έτσι ζήτησε από τον Διάβολο να του πραγματοποιήσει μια τελευταία επιθυμία. Εκείνος συμφώνησε κι έτσι ο Τζακ τον οδήγησε σε μια ταβέρνα, όπου ήπιε όσο περισσότερο ποτό μπορούσε ν’ αντέξει. Στη συνέχεια, έπεισε τον Διάβολο να μεταμορφωθεί σ’ ένα ασημένιο νόμισμα – προκειμένου να πληρώσει τον λογαριασμό – κι όταν εκείνος το έκανε, έχωσε το νόμισμα στην τσέπη του, η οποία περιείχε επίσης έναν σταυρό, που εμπόδιζε τον Διάβολο να αποδράσει. Εκείνος τότε, μην μπορώντας να κάνει αλλιώς, συμφώνησε στην απαίτηση του Τζακ να του χαρίσει άλλα δέκα χρόνια ζωής, προκειμένου να τον ελευθερώσει.
Όταν πέρασαν αυτά τα δέκα χρόνια και ο Τζακ συνάντησε ξανά το Διάβολο - και πάλι τη Νύχτα των Αγίων Πάντων - του ζήτησε μία ακόμα τελευταία χάρη, να φάει ένα μήλο. Ο Διάβολος έπεσε και πάλι στην παγίδα του Τζακ. Ανέβηκε στη μηλιά για να του κόψει ένα μήλο και τότε ο ήρωάς μας χάραξε στον κορμό του δέντρου ένα σταυρό - σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, έμπηξε σταυρούς γύρω από τον κορμό του δέντρου, σχηματίζοντας έναν κύκλο - με αποτέλεσμα να μην μπορεί εκείνος να κατέβει. Τότε ο Διάβολος πρότεινε στον Τζακ την εξής συμφωνία: αν τον ελευθέρωνε, δε θα δεχόταν τη ψυχή του στην Κόλαση, όταν πέθαινε. Ο Τζακ συμφώνησε και τον ελευθέρωσε.
Όταν ήρθε η ώρα του να πεθάνει όμως και πήγε στις πύλες του Παραδείσου, δεν του επετράπη η είσοδος, λόγω της έκλυτης ζωής που είχε κάνει, γεμάτη απάτες, ποτό και σκανδαλώδη συμπεριφορά. Τότε εκείνος πήρε το δρόμο που οδηγούσε στις πύλες της Κόλασης και όταν έφτασε εκεί, ζήτησε την άδεια να μπει. Ο Διάβολος όμως, τηρώντας την υπόσχεσή του, δεν του επέτρεψε την είσοδο ούτε κι εκεί. Ο Τζακ δεν είχε πλέον πουθενά να πάει. Ρώτησε τον Διάβολο τι έπρεπε να κάνει κι εκείνος του πέταξε μια σπίθα από τις φλόγες του Άδη, που δε θα καιγόταν ποτέ. Ο Τζακ σκάλισε ένα από τα γογγύλια που είχε μαζί του - μιας και ήταν το αγαπημένο του φαγητό - και έβαλε εκεί μέσα τη φλόγα. Έχοντας ως μοναδικό της οδηγό αυτό το αυτοσχέδιο φανάρι για να της φωτίζει το δρόμο, η ψυχή του άρχισε να περιπλανιέται για πάντα στα πέρατα της γης, ανάμεσα στον κόσμο του καλού και του κακού, ψάχνοντας ένα μέρος έτσι ώστε να μπορέσει επιτέλους να αναπαυθεί…
Όταν, τον 18ο αιώνα, οι Ιρλανδοί μετανάστευσαν στην Αμερική, πήραν μαζί τους και τους θρύλους και τα έθιμά τους. Ένας από τους πιο αγαπημένους τους ήταν, φυσικά, ο θρύλος του Τζακ. Στο μεταξύ, τα γογγύλια της ιστορίας είχαν αντικατασταθεί από κολοκύθες - σύμφωνα και πάλι με το μύθο, ήταν το δεύτερο αγαπημένο φαγητό του Τζακ - και στις ΗΠΑ επικράτησε να σκαλίζουν κολοκύθες. Εκτός από τη διατήρηση του θρύλου, πίστευαν πως αυτή η τρομακτική σκαλισμένη μορφή επάνω στην κολοκύθα, σε συνδυασμό με το αναμμένο κερί μέσα της, θα κρατούσε έξω από το σπίτι τα κακά πνεύματα και γι’ αυτό τις τοποθετούσαν κυρίως στα παράθυρα και τις πόρτες τους.
Με την πάροδο των αιώνων και τον Χριστιανισμό να παρεμβαίνει έγινε Halloween που προέρχεται από την σύντμηση τριών λέξεων (All-hallow-even) και δηλώνει την παραμονή της γιορτής των Αγίων Πάντων που για τους Καθολικούς είναι η 1η Νοεμβρίου. Πιστεύεται ότι οι ψυχές των ανθρώπων που πέθαναν κατά τη διάρκεια του έτους ψάχνουν να μπουν σ' ένα σώμα για να κερδίσουν την αθανασία. Οι ζωντανοί από την πλευρά τους, ντυμένοι με παράξενα κοστούμια και κάνοντας θόρυβο, προσπαθούν να φοβίσουν και να διώξουν τα πνεύματα.
Ο μυστικιστικός της χαρακτήρας πήγε στην άκρη (όχι παντού και όχι για όλους) και περισσότερο εξελίχθηκε στο γνωστό «trick or treat» που σημαίνει «φάρσα ή κέρασμα» και που ποτέ δεν καταλήγει σε φάρσα μεγαλύτερη από αυτή του τρομάγματος με την κολοκύθα στην οποία είναι σχηματισμένο ένα άσχημο πρόσωπο, το πρόσωπο του Τζακ Ο’ Λάντερν (Jack O’ Lanterns).
Αυτός ο τύπος λοιπόν, ήταν ένας μεθύστακας, άσχημος, χωρίς δόντια, τσιγκούνης, τεμπέλης, παμπόνηρος απατεωνάκος και του άρεσε να κάνει φάρσες.
Η πονηρία του ήταν τέτοια που κατάφερε να ξεγελάσει ακόμα και τον ίδιο τον Διάβολο. Όταν ο δεύτερος άκουσε τις φήμες για τα ‘σατανικά’ κατορθώματα του Τζακ, αποφάσισε να διαπιστώσει με τα ίδια του τα μάτια αν δικαίωνε τη φήμη του. Πραγματικά, τη Νύχτα των Αγίων Πάντων (τη Νύχτα του Χάλογουιν, δηλαδή) ο Διάβολος ανέβηκε στη Γη και συνάντησε τον Τζακ σ’ ένα λιθόστρωτο δρομάκι. Ο Τζακ κατάλαβε πως είχε έρθει η ώρα να πεθάνει κι έτσι ζήτησε από τον Διάβολο να του πραγματοποιήσει μια τελευταία επιθυμία. Εκείνος συμφώνησε κι έτσι ο Τζακ τον οδήγησε σε μια ταβέρνα, όπου ήπιε όσο περισσότερο ποτό μπορούσε ν’ αντέξει. Στη συνέχεια, έπεισε τον Διάβολο να μεταμορφωθεί σ’ ένα ασημένιο νόμισμα – προκειμένου να πληρώσει τον λογαριασμό – κι όταν εκείνος το έκανε, έχωσε το νόμισμα στην τσέπη του, η οποία περιείχε επίσης έναν σταυρό, που εμπόδιζε τον Διάβολο να αποδράσει. Εκείνος τότε, μην μπορώντας να κάνει αλλιώς, συμφώνησε στην απαίτηση του Τζακ να του χαρίσει άλλα δέκα χρόνια ζωής, προκειμένου να τον ελευθερώσει.
Όταν πέρασαν αυτά τα δέκα χρόνια και ο Τζακ συνάντησε ξανά το Διάβολο - και πάλι τη Νύχτα των Αγίων Πάντων - του ζήτησε μία ακόμα τελευταία χάρη, να φάει ένα μήλο. Ο Διάβολος έπεσε και πάλι στην παγίδα του Τζακ. Ανέβηκε στη μηλιά για να του κόψει ένα μήλο και τότε ο ήρωάς μας χάραξε στον κορμό του δέντρου ένα σταυρό - σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, έμπηξε σταυρούς γύρω από τον κορμό του δέντρου, σχηματίζοντας έναν κύκλο - με αποτέλεσμα να μην μπορεί εκείνος να κατέβει. Τότε ο Διάβολος πρότεινε στον Τζακ την εξής συμφωνία: αν τον ελευθέρωνε, δε θα δεχόταν τη ψυχή του στην Κόλαση, όταν πέθαινε. Ο Τζακ συμφώνησε και τον ελευθέρωσε.
Όταν ήρθε η ώρα του να πεθάνει όμως και πήγε στις πύλες του Παραδείσου, δεν του επετράπη η είσοδος, λόγω της έκλυτης ζωής που είχε κάνει, γεμάτη απάτες, ποτό και σκανδαλώδη συμπεριφορά. Τότε εκείνος πήρε το δρόμο που οδηγούσε στις πύλες της Κόλασης και όταν έφτασε εκεί, ζήτησε την άδεια να μπει. Ο Διάβολος όμως, τηρώντας την υπόσχεσή του, δεν του επέτρεψε την είσοδο ούτε κι εκεί. Ο Τζακ δεν είχε πλέον πουθενά να πάει. Ρώτησε τον Διάβολο τι έπρεπε να κάνει κι εκείνος του πέταξε μια σπίθα από τις φλόγες του Άδη, που δε θα καιγόταν ποτέ. Ο Τζακ σκάλισε ένα από τα γογγύλια που είχε μαζί του - μιας και ήταν το αγαπημένο του φαγητό - και έβαλε εκεί μέσα τη φλόγα. Έχοντας ως μοναδικό της οδηγό αυτό το αυτοσχέδιο φανάρι για να της φωτίζει το δρόμο, η ψυχή του άρχισε να περιπλανιέται για πάντα στα πέρατα της γης, ανάμεσα στον κόσμο του καλού και του κακού, ψάχνοντας ένα μέρος έτσι ώστε να μπορέσει επιτέλους να αναπαυθεί…
Όταν, τον 18ο αιώνα, οι Ιρλανδοί μετανάστευσαν στην Αμερική, πήραν μαζί τους και τους θρύλους και τα έθιμά τους. Ένας από τους πιο αγαπημένους τους ήταν, φυσικά, ο θρύλος του Τζακ. Στο μεταξύ, τα γογγύλια της ιστορίας είχαν αντικατασταθεί από κολοκύθες - σύμφωνα και πάλι με το μύθο, ήταν το δεύτερο αγαπημένο φαγητό του Τζακ - και στις ΗΠΑ επικράτησε να σκαλίζουν κολοκύθες. Εκτός από τη διατήρηση του θρύλου, πίστευαν πως αυτή η τρομακτική σκαλισμένη μορφή επάνω στην κολοκύθα, σε συνδυασμό με το αναμμένο κερί μέσα της, θα κρατούσε έξω από το σπίτι τα κακά πνεύματα και γι’ αυτό τις τοποθετούσαν κυρίως στα παράθυρα και τις πόρτες τους.
Οι ΗΠΑ και ο Καναδάς γιορτάζουν το Χάλογουιν (Halloween), μια γιορτή με μαζική συμμετοχή και σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία των ΗΠΑ, 41,1 εκατομμύρια παιδιά συμμετείχαν στη γιορτή του Halloween 2018 και επισκέφθηκαν 120 εκατομμύρια σπίτια.
Στη φωτογραφία Κέλτικο Νεκροταφείο στην Ιρλανδία